Σελίδες

Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2022

Πώς θα «χτυπήσουν» οι ΗΠΑ τη Ρωσία εάν επιχειρήσει να ξαναγράψει τον χάρτη της Ευρώπης


Την «υπογραφή» του προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Μενέντεζ, φέρει το νομοσχέδιο για τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας
Denis Balibouse/Pool via AP

Με το μέλλον της Ουκρανίας να διακυβεύεται στην εν εξελίξει διαπραγμάτευση στους κόλπους του Συμβουλίου ΝΑΤΟ-Ρωσίας, Δημοκρατικοί γερουσιαστές στις Ηνωμένες Πολιτείες υποβάλλουν προς έγκριση νέο πακέτο σκληρών κυρώσεων, με τη στήριξη του Λευκού Οίκου, εφόσον ο Βλαντιμίρ Πούτιν «αποτολμήσει μάταια να ξαναγράψει τον χάρτη της Ευρώπης» εισβάλλοντας στο έδαφος της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας.Το νομοσχέδιο, το οποίο έχει έλθει στην κατοχή της Washington Post προ της παρουσίασής του, προβλέπει κυρώσεις σε κορυφαίους στρατιωτικούς και κυβερνητικούς αξιωματούχους, καθώς και σε χρηματοπιστωτικούς θεσμούς της Ρωσίας, ενώ «στοχεύει» και τον ίδιο τον Πούτιν.

Φέρει την «υπογραφή» του προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Μενέντεζ, και υποστηρίζεται από περισσότερους από 20 γερουσιαστές με επιρροή των Δημοκρατικών, περιλαμβανομένου του επικεφαλής της πλειοψηφίας Τσακ Σούμερ.

Ο Ρόμπερτ Μενέντεζ διαμηνύει σε ανακοίνωσή του ότι τα τιμωρητικά μέτρα που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο καθιστούν απόλυτα σαφές ότι η αμερικανική Γερουσία δεν θα μείνει άπραγη καθώς το Κρεμλίνο απειλεί να εισβάλει εκ νέου στην Ουκρανία.

«Ο Πούτιν δεν χρειάζεται να οδηγήσει σε κατάρρευση όλη τη ρωσική οικονομία, ούτε χρειάζεται να θυσιάσει τις ζωές των δικών του ανθρώπων σε μία μάταιη απόπειρα να ξαναγράψει το χάρτη της Ευρώπης» τονίζει.

Το νομοσχέδιο «μπλοκάρει» επίσης ρωσικές εταιρείες από το παγκόσμιο δίκτυο συναλλαγών Swift (Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication) -κίνηση που συχνά έχει χαρακτηριστεί ως «πυρηνική επιλογή» λόγω των συνεπειών που θα είχε για την ρωσική αλλά και την παγκόσμια οικονομία.

Στις προβλέψεις του νομοσχεδίου περιλαμβάνεται και η ενίσχυση της ασφάλειας της Ουκρανίας, ενώ ο γερμανικός αγωγός Nord Stream 2 χαρακτηρίζεται «εργαλείο κακόβουλης επιρροής της Ρωσικής Ομοσπονδίας» και καλείται η διακυβέρνηση Μπάιντεν να «εξετάσει όλα τα διαθέσιμα και κατάλληλα μέτρα» για να διασφαλίσει ότι δεν πρόκειται να τεθεί σε λειτουργία.

Η εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ, Έμιλι Χορν, δήλωσε στην Washington Post ότι ο Λευκός Οίκος στηρίζει το νομοσχέδιο Μενέντεζ κρίνοντας ότι μπορεί να επιφέρει «σοβαρό κόστος» στη ρωσική οικονομία, σε αντιδιαστολή με μέτρα που προωθούνται από τον Ρεπουμπλικανό γερουσιαστή Τεντ Κρουζ σε έτερο νομοσχέδιο, και τα οποία «δεν θα αντικρούσουν περαιτέρω ρωσική επίθεση ούτε θα προστατεύσουν την Ουκρανία».
Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ρωσίας χωρίς προσδοκίες

Στη διαπραγμάτευση που «άνοιξε» σήμερα, Τετάρτη 12 Ιανουαρίου, στη Γενεύη γράφεται ίσως μία από πλέο νσημαντικές «πράξεις» στην πορεία των σχέσεων ΝΑΤΟ-Ρωσίας μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, και η οποία διαφαίνεται καθοριστική για το γεωπολιτικό περιβάλλον στην Ευρώπη και το ίδιο το μέλλον της Ουκρανίας.

Ουδείς αναμένει επί της ουσίας επίτευξη προόδου προς επίλυση της κρίσης και άμεσης απομάκρυνσης του κινδύνου ρωσικής εισβολής στο έδαφος της Ουκρανίας. Ελάχιστοι, αν όχι κανένας, παρατηρητές, αλλά ούτε και οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ρωσία.

Η καλύτερη έκβαση θα είναι μάλλον η συναίνεση για συνέχιση του διαλόγου μολονότι ο κεντρικός πυρήνας των ρωσικών προτάσεων αποτελεί «κόκκινη γραμμή» για το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπως κατέστη σαφές και κατά τις διμερείς συνομιλίες Ουάσινγκτον-Μόσχας που προηγήθηκαν.

Στη δέσμη των νομικά δεσμευτικών εγγυήσεων ασφαλείας που επιδιώκει να θέσει προς διαπραγμάτευση, η Ρωσία προβάλλει ενώπιον του ΝΑΤΟ αιτήματα που είναι γνωστό ότι δεν αποτελούν πεδίο διαπραγμάτευσης για τη Δύση -κυρίως τη δέσμευση ότι η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στις συμμαχικές δομές.

Απαιτεί ταυτόχρονα την απομάκρυνση ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων και οπλικών συστημάτων από τις χώρες που εντάχθηκαν στη Συμμαχία μετά το 1997 -στις οποίες περιλαμβάνονται η Πολωνία, οι πρώην σοβιετικές δημοκρατίες Εσθονίας, Λιθουανίας και Λετονίας και βαλκανικά κράτη.

Η απαίτηση επιστροφής των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στα σημεία όπου στάθμευαν πριν την επέκταση προς Ανατολάς το 1997, καθώς και το «μπλόκο» σε ενδεχόμενη ένταξη της Ουκρανίας, συνιστούν για την Βορειοατλαντική Συμμαχία προτάσεις ανεδαφικές έως επιθετικές εκ μέρους της Μόσχας, στο πλαίσιο επιδίωξής της να αναβιώσει τη σφαίρα επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη.

Η διακυβέρνηση Μπάιντεν διαμηνύει ότι το δικαίωμα κυρίαρχων κρατών να υποβάλουν αίτηση ένταξης στο ΝΑΤΟ δεν είναι διαπραγματεύσιμο. Ούτε και η ανάπτυξη ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων σε ευρωπαϊκό έδαφος. Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν αναφέρει, ωστόσο, ότι η Ουάσιγκτον προτίθεται να συζητήσει επί άλλων εγγυήσεων ασφαλείας, όπως αμοιβαία όρια στην ανάπτυξη πυραύλων και τις στρατιωτικές ασκήσεις στην ήπειρο. Αλλά αυτό δεν αρκεί για τη Μόσχα.

Η Ρωσία δεν θέτει τελεσίγραφα στις διαπραγματεύσεις που κάνει με τη Δύση, αλλά χρειάζεται συγκεκριμένες απαντήσεις σχετικά με τις ανησυχίες της για την ασφάλειά της, υποστήριξε σήμερα το Κρεμλίνο διά του εκπροσώπου του Ντμίτρι Πεσκόφ, καθώς διεξάγονται συνομιλίες με το ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, λέγοντας επίσης ότι η Ρωσία είναι έτοιμη να διαπραγματευτεί απευθείας με την Ουκρανία υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν οι υφιστάμενες συμφωνίες.

Ο ίδιος ο Πούτιν εντούτοις συντηρεί την απειλή στρατιωτικής αντιπαράθεσης, έχοντας φθάσει σε σημείο να προειδοποιήσει πως ενδεχόμενη περαιτέρω επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς μπορεί να οδηγήσει σε κατάσταση παρόμοια με αυτήν της κρίσης των πυραύλων στην Κούβα το 1962 που έφερε τον κόσμο στα πρόθυρα πυρηνικού πολέμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου