Ο Ιων Δραγούμης και στην ένθετη φωτογραφία ο πατέρας του, Στέφανος Δραγούμης
Την ιδιαίτερα ευνοϊκή για τη χώρα μας Συνθήκη των Σεβρών, η οποία από πολλούς χαρακτηρίστηκε «πρακτικά ανεφάρμοστη», ακολούθησαν δύο τραγικά γεγονότα: η δολοφονική απόπειρα εναντίον του Ελευθέριου Βενιζέλου, καθώς αυτός επέστρεφε στην Ελλάδα από τη Γαλλία, και η δολοφονία του διπλωμάτη, πολιτικού και λογοτέχνη Ιωάννη, γνωστότερου ως Ιωνα Δραγούμη (1878-1920), που είχε μεγάλη συνεισφορά στο Μακεδονικό Ζήτημα και στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο. Η οικογένεια Δραγούμη καταγόταν από την Ηπειρο. Γενάρχης της θεωρείται ο Γεώργιος Δραγώμας που έζησε τον 15ο αιώνα και ήταν πρωτοπαλίκαρο του Γεώργιου Καστριώτη (Σκεντέρμπεη), σύμφωνα με την Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια της Εκδοτικής Αθηνών.
Η υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών από τον Ελευθέριο Βενιζέλο (28 Ιουλίου/10 Αυγούστου 1920)
Απόπειρα κατά Βενιζέλου
Στις 30 Ιουλίου / 12 Αυγούστου του 1923, δύο ημέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, έγινε δολοφονική επίθεση εναντίον του Ελευθέριου Βενιζέλου στον σιδηροδρομικό σταθμό Gare de Lyon στο Παρίσι. Ο Βενιζέλος επρόκειτο να μεταβεί από εκεί στη Μασσαλία και να επιστρέψει στην Ελλάδα. Οι δράστες της επίθεσης πυροβόλησαν εναντίον του πολλές φορές. Ο Κρητικός πολιτικός πρόλαβε να πέσει ασυναίσθητα στο έδαφος για να προστατευτεί. Οι επίδοξοι δολοφόνοι του επιχείρησαν να διαφύγουν, αλλά συνελήφθησαν.
O ιδρυτής τους Παύλος Γύπαρης
Όπως διαπιστώθηκε, επρόκειτο για δύο απότακτους, από τη βενιζελική κυβέρνηση, αξιωματικούς: τον υποπλοίαρχο Απόστολο Τσερέπη από το Αιτωλικό και τον υπολοχαγό Γεώργιο Κυριάκη από την Κόρινθο. Ο Βενιζέλος τραυματίστηκε ελαφρά στον ώμο και λίγο πιο κάτω στο χέρι. Ο δρ Ιωάννης Παπαφλωράτος γράφει για τα αίτια της επίθεσης και την τιμωρία των επίδοξων δολοφόνων:«Σημειωτέον ότι αξιόπιστες πηγές αναφέρουν ως αιτία της απόπειρας την απώλεια της Βορείου Ηπείρου. Οι δύο δράστες κατεδικάσθησαν σε ειρκτή 5 ετών, την 14η Φεβρουαρίου του 1921. Εχει γραφεί ότι αργότερα ο μεν Τσερέπης ανέλαβε διαχειριστής της περιουσίας του πρίγκιπα Χριστοφόρου, ο δε Κυριάκης διορίστηκε νομάρχης επί κυβερνήσεως Παναγή Τσαλδάρη (βλέπε Στ. Χαρατσής “1.023 Αξιωματικοί και 22 κινήματα”, τ. Α’, σελ. 76). Δυστυχώς, αυτό δεν κατέστη δυνατόν να επιβεβαιωθεί».
Οι Γυπαραίοι, η φρουρά του Ελευθέριου Βενιζέλου, φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας Δραγούμη
Στην Αθήνα η είδηση για την επίθεση εναντίον του Βενιζέλου έφτασε παραποιημένη και πολλοί πίστεψαν ότι είχε δολοφονηθεί. Οι οπαδοί των Φιλελευθέρων εξοργίστηκαν. Οπως γράφει ο Διονύσιος Κόκκινος: «Η πρωτεύουσα έζησεν ώρας αληθούς κολάσεως». Εξαλλοι οι Βενιζελικοί γέμισαν τους δρόμους και επιτέθηκαν σε γραφεία αντιπολιτευόμενων εφημερίδων («Αθηναϊκή», «Αστραπή», «Εσπερινή», «Η Καθημερινή», «Νέα Ημέρα», «Πολιτεία», «Πρωινή», «Σκριπ», η γαλλόφωνη «Οπινιόν» κ.ά.), τυπογραφεία, καταστήματα, το θέατρο «Κοτοπούλη», τα γραφεία του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και λεηλάτησαν τις κατοικίες πολιτικών της αντιπολίτευσης, όπως των πρώην πρωθυπουργών Δημητρίου Ράλλη και Στέφανου Σκουλούδη, του Νικόλαου Στράτου κ.ά. Τέλος, συνελήφθησαν 13 από τα 16 ηγετικά στελέχη της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως και ο εκδότης της «Εσπερινής» Π. Γιάνναρης. Πολλοί από αυτούς κρατήθηκαν σε απομόνωση στις Φυλακές Συγγρού για 25 ημέρες.
Λίγο αργότερα ο υπουργός Εξωτερικών Νικόλαος Πολίτης ζήτησε από τη βρετανική κυβέρνηση να συνδράμει στο αίτημα προς τις ελβετικές αρχές για λήψη μέτρων απομόνωσης (isolation) και αστυνομικής επιτήρησης (supervision) κατά του ευρισκόμενου στη χώρα της Κεντρικής Ευρώπης Κωνσταντίνου. Αν και ο Πολίτης παραδέχθηκε ότι δεν υπήρχε κανένα αποδεικτικό στοιχείο για εμπλοκή του εξόριστου βασιλιά στην επίθεση εναντίον του Βενιζέλου, η ελληνική κυβέρνηση τη θεωρούσε βέβαιη. Χειρότερη όλων, όμως, ήταν η εν ψυχρώ εκτέλεση του επιφανούς αντιβενιζελικού Ιωνα Δραγούμη και η φυγάδευση των φυσικών αυτουργών της δολοφονίας.
Η Μαρίκα Κοτοπούλη είχε σχέση με τον Δραγούμη την επίμαχη περίοδο
Τα πραγματικά περιστατικά της στυγερής δολοφονίας Δραγούμη δεν είναι μέχρι σήμερα σαφή, ενώ σε πολλές πηγές δεν υπάρχουν παρά μόνο απλές αναφορές δυο-τριών γραμμών. Ο δρ Παπαφλωράτος γράφει ότι ο Δραγούμης πήγε αρχικά στην Κηφισιά, όπου άφησε τη Μαρίκα Κοτοπούλη, με την οποία είχε σχέση. Σκόπευε να μεταβεί στο περιοδικό «Πολιτική Επιθεώρηση», καθώς είχε μάθει για τα εκτεταμένα επεισόδια που γίνονταν στην Αθήνα. Εικάζεται ότι σκόπευε να καταδικάσει ως ηθικά ανεπίτρεπτη τη δολοφονική επίθεση εναντίον του Βενιζέλου. Ο Δραγούμης έκανε το λάθος να ακολουθήσει την ίδια διαδρομή κατά την επιστροφή του στην Αθήνα, αν και κατά τη μετάβασή του στην Κηφισιά πέρασε μια φορά από μπλόκο ανδρών του Τάγματος Ασφαλείας του Γύπαρη.Επρόκειτο για ομάδα παρακρατικών με καταγωγή από την Κρήτη που αποκαλούνταν «Γυπαραίοι» από το επώνυμο του αρχηγού τους Παύλου Γύπαρη (1882-1966), ο οποίος είχε πάρει μέρος στον Μακεδονικό και τον Βορειοηπειρωτικό Αγώνα, στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο, στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και, παρά τη σχετικά μεγάλη ηλικία του, συμμετείχε και στους αγώνες εναντίον των κατακτητών κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Γύπαρης από το 1916 τάχθηκε αναφανδόν στο πλευρό του Βενιζέλου. Οι Γ. Ρούσσος και Γ. Κονδύλης είναι ιδιαίτερα επικριτικοί για τους «Γυπαραίους».
Ο πρώτος κάνει μνεία για «κοινοβουλευτικό παρακράτος», ενώ ο δεύτερος γράφει: «Ανευ ουδεμίας ανάγκης ο Βενιζέλος κατήρτισε διά την φρούρησιν του καθεστώτος ένα ειδικόν σώμα ασφαλείας κατά τρόπον ιδιαίτερον στρατολογούμενον και προνομιακώς αμειβόμενον. Το διάβημα τούτον, όσο κι αν φαίνεται απλούν, είχε βαθείαν επίδρασιν επί της ψυχολογίας του Ελληνικού λαού. Σώματα ασφαλείας τοιαύτης μορφής ουδείς, ούτε εκ των συγχρόνων μοναρχών, πλην των Τσάρων πασών των Ρωσιών, ούτε εκ των συγχρόνων πολιτικών ανδρών, εσκέφθη ποτέ να ιδρύσει». Πολλές μαρτυρίες συγκλίνουν ότι αυτοί αποτελούσαν την προσωπική ασφάλεια του Βενιζέλου. Ηταν μισθοφόροι και αμείβονταν με 150-180 δραχμές τον μήνα (την ίδια εποχή ο μισθός του λοχαγού ήταν 600 δραχμές).
Ο Εμμανουήλ Μπενάκης που θεωρείται από πολλούς ηθικός αυτουργός της δολοφονίας Δραγούμη
Μόνο αργά το απόγευμα της 31ης Ιουλίου / 13 Αυγούστου του 1920, η σορός του μεταφέρθηκε στο νεκροτομείο. Εκεί έφτασε λίγο αργότερα ο ηλικιωμένος πατέρας του Στέφανος (1842-1923) για την αναγνώριση. Η νεκροψία που έγινε μετά από αίτημα της οικογένειας Δραγούμη έδειξε ότι είχε δεχτεί 13 σφαίρες και τουλάχιστον 5 διαμπερείς λογχισμούς. Επίσης, είχε υποστεί κάταγμα του δεξιού μηρού που προκλήθηκε από υποκόπανο όπλου.
Η τραγική είδηση διαδόθηκε, συχνά παραποιημένη. Μεγάλο πλήθος παρευρέθη στην κηδεία του Ιωνα Δραγούμη, ακόμα περισσότεροι όμως ήταν οι παρόντες στο μνημόσυνο, που έγινε στις 7 Σεπτεμβρίου σε ιερό ναό της Πλάκας, οπότε και είχαν γίνει γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες για τις συνθήκες της δολοφονίας του.
Ο Κορδάτος και άλλες πηγές
Ο Μιλτιάδης Μάλαινος γράφει για «εκτέλεση εν μέση οδώ». Ο Μάικλ Λουέλιν Σμιθ στο βιβλίο του «Το Οραμα της Ιωνίας» γράφει: «Ο Ιων Δραγούμης, ο νεαρός συγγραφέας και φιλόσοφος του ελληνικού εθνικισμού που δολοφονήθηκε το 1920 από βενιζελικούς μπράβους», ενώ σε άλλο σημείο: «Μία μέρα ο Ιων Δραγούμης κατέβαινε στην Αθήνα με αυτοκίνητο από το σπίτι του στην Κηφισιά· τον σταμάτησαν οι δυνάμεις ασφαλείας, τον έβγαλαν έξω και τον τουφέκισαν. Αυτό ήταν το πιο ασυγχώρητο έγκλημα των χρόνων του διχασμού». Ο Γιάννης Κορδάτος, που γνώριζε προσωπικά τον Ιωνα Δραγούμη, αποκλείει οποιαδήποτε εμπλοκή του στη δολοφονική επίθεση εναντίον του Βενιζέλου και κατονομάζει ευθέως τον Εμμανουήλ Μπενάκη ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας του Δραγούμη: «Ο Δραγούμης ερχόταν από την Κηφισιά όπου έφαγε με την Κοτοπούλη. Στο τέρμα Αμπελοκήπων τον βρήκε ο ταγματάρχης Γύπαρης που με το τάγμα των πραιτοριανών κατέβαινε προς την Αθήνα και τον έπιασε.
Συναντήθηκε τότε με τον Γύπαρη ο Εμ. Μπενάκης και του είπε “Τι τον φυλάς;’’. Αμέσως, ο Γύπαρης έβαλε στον τοίχο τον Δραγούμη και διάταξε πυρ. Η πράξη αυτή ήταν καθαρή δολοφονία. Ο Δραγούμης δεν είχε καμία ανάμειξη στην απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου. Είμαι σε θέση να ξέρω ότι διαφωνούσε με τους άλλους αντιβενιζελικούς πολιτικούς αρχηγούς. Ερχόταν τακτικά στον “Ριζοσπάστη’’ και δυο-τρεις φορές μού έδωσε ανυπόγραφα άρθρα με απόχρωση σοσιαλιστική και τα δημοσίευσα. Ο άλλοτε υπερεθνικιστής Δραγούμης από καιρό συμπαθούσε τον σοσιαλισμό και επειδή έκανε πρεσβευτής στην Πετρούπολη και ήξερε τα αίσχη για τα τρομοκρατικά όργια του τσαρισμού δικαιολογούσε τους Ρώσους μπολσεβίκους για τη δικτατορία τους».
Ο Ιωνας Δραγούμης είχε ήδη από το 1912 εκφράσει την αντίθεσή του στην πολιτική Βενιζέλου: «Ο Βενιζέλος δεν θυμάται. Καμιά θύμηση δεν έχει, Ιστορία Ελληνική δεν αισθάνεται μέσα του. Νιώθει μονάχα ένα κράτος Ελλαδικό που είναι το κέντρο του κάθε του στοχασμού και που πρέπει να μεγαλώσει λίγο, τόσο όσο να γίνει σαν το Βέλγιο».
Καταλυτική για την αποκάλυψη της αλήθειας ήταν η μαρτυρία του Ρώσου αξιωματικού Ιγκόρ Λεμπέντιεφ, στρατιωτικού ακολούθου στην Αθήνα. Αυτός δήλωσε: «Περί την 4ην απογευματινήν, ανέμενα μεθ’ ομάδας εκ τριών ή τεσσάρων προσώπων την άφιξην του τραμ παρά την γωνίαν της λεωφόρου Κηφισίας και της οδού Ιωάννου Παπαδιαμαντοπούλου, πλησίον του υπ’ αριθμού 907 στύλου των ηλεκτρικών συρμάτων. Την προσοχήν μου επέσυρεν ομάς στρατιωτών αγόντων εν συνοδεία έναν πολίτην καλού παρουσιαστικού και βαδίζοντος μετά πολλής αξιοπρέπειας. Δεξιόθεν και αριστερόθεν αυτού εβάδιζον δύο στρατιώται, δεκάς δ’ ετέρων στρατιωτών είπετο εκ του σύνεγγυς. Πάντες έφερον τουφέκια. Μόλις το απόσπασμα επλησίασεν εις τον υπ’ αριθμόν 905 στύλον του τραμ, μετέβαλλεν κατεύθυνσιν προς τα αριστερά και εσταμάτησε παρά το πεζοδρόμιον, αφήνοντας τον αιχμάλωτο πολίτη εις απόστασιν τεσσάρων βημάτων. Οι στρατιώται, αφού εσταμάτησαν, επυροβόλησαν. Ερρίφθησαν παρ’ αυτών περί τους δέκα πυροβολισμούς. Ουδέν πρόσταγμα ηκούσθη. Ο πυροβοληθείς πολίτης κατέπεσεν άπνους, χωρίς να είπει τι».
Αναβρασμός στην Αθήνα
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος συγκλονίστηκε και λυπήθηκε βαθύτατα για την άνανδρη δολοφονία του Ιωνα Δραγούμη. Εστειλε μάλιστα συλλυπητήριο τηλεγράφημα στον πατέρα του Στέφανο, με το οποίο καταδίκαζε το γεγονός, ενώ δήλωσε ότι οι ένοχοι της δολοφονίας «θα τουφεκιστούν οιοιδήποτε κι αν είναι ούτοι».
Οι αντιπολιτευόμενες εφημερίδες, οι εγκαταστάσεις των οποίων είχαν υποστεί σοβαρότατες ζημιές από τις επιθέσεις των Βενιζελικών, κυκλοφόρησαν στις 11 Αυγούστου. Αρχικά κράτησαν χαμηλούς τόνους, όμως στη συνέχεια το γεγονός της δολοφονίας του Ιωνα Δραγούμη έγινε κύριο θέμα κριτικής, στο πλαίσιο του συνθήματος περί «βενιζελικής τυραννίας». Αντίθετα, οι περισσότερες φιλοκυβερνητικές εφημερίδες δημοσίευσαν ανακριβή στοιχεία. Η εφημερίδα «Εμπρός» της 1ης Αυγούστου του 1920 έγραψε ότι πολίτες επιχείρησαν να λιντσάρουν τον Δραγούμη και οι «Γυπαραίοι» παρενέβησαν και τον έσωσαν... Ο Δραγούμης προσπάθησε να σκοτώσει τον πρώτο άνδρα που τον πλησίασε, αυτός όμως πρόλαβε και τον τραυμάτισε λογχίζοντάς τον. Ωστόσο, στο φύλλο της 7ης Αυγούστου η ίδια εφημερίδα έγραφε: «Δεν ανευρέθη πιστόλιον επί του νεκρού». Η εφημερίδα «Καιροί» στο φύλλο της 1ης Αυγούστου έγραφε ότι ο Δραγούμης «ενώ οδηγείτο εις τας φυλακάς αντέστη και μάλιστα επιχείρησε να φύγει, πυροβολήσας κατά των φρουρών. Ενεκεν τούτου εις εκ των στρατιωτών ελόγχισεν τον Δραγούμη και τον ετραυμάτισεν σοβαρώς». Στο φύλλο της 16ης Αυγούστου ο «Εθνικός Κήρυξ» έγραφε ότι ο Δραγούμης προσπάθησε να δραπετεύσει, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο «Ελεύθερος Τύπος».
Παραπομπή Μπενάκη
Οι δράστες του εγκλήματος κατέφυγαν στην Κρήτη, όπου παρέμειναν ανενόχλητοι έως τις εκλογές του Νοεμβρίου 1922. Επειτα συνελήφθησαν όλοι, εκτός από τους επικεφαλής του αποσπάσματος επιλοχίες Σαρτζέτη και Κίτσο. Το επίσημο κατηγορητήριο της Εισαγγελίας Αθηνών συντάχθηκε τον Ιανουάριο του 1922 και ήταν καταπέλτης για τον Εμμανουήλ Μπενάκη, στον οποίο απέδιδε τη φράση «Εδώ τον πρόεδρόν μας σκοτώνουν και ημείς θα τους φυλάμε;» προς τους «Γυπαραίους», τον υποπρόξενο Β. Αντωνιάδη, ως υποκινητή της δολοφονίας, τους επιλοχίες Σαρτζέτη και Κίτσο, ως επικεφαλής του αποσπάσματος, και άνδρες του Σώματος Γύπαρη. Η δίκη των παραπάνω, πλην του Μπενάκη που ήταν απών και των Σαρτζέτη - Κίτσου, έγινε τον Μάρτιο του 1922. Όλα τα μέλη του αποσπάσματος που συμμετείχαν στη δολοφονία Δραγούμη καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά, ενώ ο Β. Αντωνιάδης σε 20 χρόνια κάθειρξη. Είναι άγνωστο αν εξέτισαν τις ποινές τους ή απελευθερώθηκαν από τους κινηματίες του 1922.
Η υπόθεση Μπενάκη έμεινε σε εκκρεμότητα έως τον Νοέμβριο του 1922, οπότε αυτός επεδίωξε να δικαστεί. Φυσικά αθωώθηκε... Ο Παύλος Γύπαρης, που δεν συνελήφθη ποτέ, κατονόμασε το 1935 τον Μπενάκη ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας Δραγούμη, καθώς, όπως είπε, έλαβε εντολές από εκείνον. Ωστόσο, ο Μπενάκης είχε πεθάνει το 1929 και ποτέ δεν εξακριβώθηκε η αλήθεια των λεγομένων του Γύπαρη. Τα γεγονότα αυτά έμειναν στην Ιστορία ως «Ιουλιανά». Ο Βενιζέλος επέστρεψε στην Ελλάδα τραυματισμένος στις 18 Αυγούστου του 1920. Ο πρόεδρος της Βουλής Θεμιστοκλής Σοφούλης υπέβαλε λίγες ημέρες αργότερα ψήφισμα με το οποίο ο Κρητικός πολιτικός ανακηρύχθηκε «άξιος της Ελλάδος, ευεργέτης και σωτήρας της πατρίδος». Στις 14 Σεπτεμβρίου διοργανώθηκε στο κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο μια λαμπρή τελετή, όπου ο Βενιζέλος αποθεώθηκε από τους οπαδούς του που είχαν έρθει απ’ όλη την Ελλάδα.
Καθώς πλέον ήταν βέβαιος ότι ο λαός θα του αναγνώριζε όλα όσα είχε πετύχει μεταξύ 1917-1920, ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές για τις 25 Οκτωβρίου / 7 Νοεμβρίου του 1920. Με Βασιλικό Διάταγμα της 11ης Σεπτεμβρίου του 1920 διέλυσε τη «Βουλή των Λαζάρων». Οι εκλογές δεν θα διεξάγονταν από υπηρεσιακή κυβέρνηση, αλλά από την υπάρχουσα. Πλέον όμως υπήρχαν στην Ελλάδα δύο αλληλομισούμενοι κόσμοι και οι εκλογές έλαβαν χαρακτήρα εμφύλιας διαμάχης. Όπως είναι γνωστό, ο Βενιζέλος ηττήθηκε, η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις επικράτησε, ο Κωνσταντίνος επανήλθε μετά από δημοψήφισμα στην Ελλάδα και ακολούθησε η Μικρασιατική Καταστροφή, που σήμανε και το τέλος της Μεγάλης Ιδέας, όρο που είχε εμπνευστεί ο Ιωάννης Κωλέττης στα μέσα του 19ου αιώνα.
Καταλυτική για την αποκάλυψη της αλήθειας ήταν η μαρτυρία του Ρώσου αξιωματικού Ιγκόρ Λεμπέντιεφ, στρατιωτικού ακολούθου στην Αθήνα. Αυτός δήλωσε: «Περί την 4ην απογευματινήν, ανέμενα μεθ’ ομάδας εκ τριών ή τεσσάρων προσώπων την άφιξην του τραμ παρά την γωνίαν της λεωφόρου Κηφισίας και της οδού Ιωάννου Παπαδιαμαντοπούλου, πλησίον του υπ’ αριθμού 907 στύλου των ηλεκτρικών συρμάτων. Την προσοχήν μου επέσυρεν ομάς στρατιωτών αγόντων εν συνοδεία έναν πολίτην καλού παρουσιαστικού και βαδίζοντος μετά πολλής αξιοπρέπειας. Δεξιόθεν και αριστερόθεν αυτού εβάδιζον δύο στρατιώται, δεκάς δ’ ετέρων στρατιωτών είπετο εκ του σύνεγγυς. Πάντες έφερον τουφέκια. Μόλις το απόσπασμα επλησίασεν εις τον υπ’ αριθμόν 905 στύλον του τραμ, μετέβαλλεν κατεύθυνσιν προς τα αριστερά και εσταμάτησε παρά το πεζοδρόμιον, αφήνοντας τον αιχμάλωτο πολίτη εις απόστασιν τεσσάρων βημάτων. Οι στρατιώται, αφού εσταμάτησαν, επυροβόλησαν. Ερρίφθησαν παρ’ αυτών περί τους δέκα πυροβολισμούς. Ουδέν πρόσταγμα ηκούσθη. Ο πυροβοληθείς πολίτης κατέπεσεν άπνους, χωρίς να είπει τι».
Αναβρασμός στην Αθήνα
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος συγκλονίστηκε και λυπήθηκε βαθύτατα για την άνανδρη δολοφονία του Ιωνα Δραγούμη. Εστειλε μάλιστα συλλυπητήριο τηλεγράφημα στον πατέρα του Στέφανο, με το οποίο καταδίκαζε το γεγονός, ενώ δήλωσε ότι οι ένοχοι της δολοφονίας «θα τουφεκιστούν οιοιδήποτε κι αν είναι ούτοι».
Οι αντιπολιτευόμενες εφημερίδες, οι εγκαταστάσεις των οποίων είχαν υποστεί σοβαρότατες ζημιές από τις επιθέσεις των Βενιζελικών, κυκλοφόρησαν στις 11 Αυγούστου. Αρχικά κράτησαν χαμηλούς τόνους, όμως στη συνέχεια το γεγονός της δολοφονίας του Ιωνα Δραγούμη έγινε κύριο θέμα κριτικής, στο πλαίσιο του συνθήματος περί «βενιζελικής τυραννίας». Αντίθετα, οι περισσότερες φιλοκυβερνητικές εφημερίδες δημοσίευσαν ανακριβή στοιχεία. Η εφημερίδα «Εμπρός» της 1ης Αυγούστου του 1920 έγραψε ότι πολίτες επιχείρησαν να λιντσάρουν τον Δραγούμη και οι «Γυπαραίοι» παρενέβησαν και τον έσωσαν... Ο Δραγούμης προσπάθησε να σκοτώσει τον πρώτο άνδρα που τον πλησίασε, αυτός όμως πρόλαβε και τον τραυμάτισε λογχίζοντάς τον. Ωστόσο, στο φύλλο της 7ης Αυγούστου η ίδια εφημερίδα έγραφε: «Δεν ανευρέθη πιστόλιον επί του νεκρού». Η εφημερίδα «Καιροί» στο φύλλο της 1ης Αυγούστου έγραφε ότι ο Δραγούμης «ενώ οδηγείτο εις τας φυλακάς αντέστη και μάλιστα επιχείρησε να φύγει, πυροβολήσας κατά των φρουρών. Ενεκεν τούτου εις εκ των στρατιωτών ελόγχισεν τον Δραγούμη και τον ετραυμάτισεν σοβαρώς». Στο φύλλο της 16ης Αυγούστου ο «Εθνικός Κήρυξ» έγραφε ότι ο Δραγούμης προσπάθησε να δραπετεύσει, ενώ στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο «Ελεύθερος Τύπος».
Παραπομπή Μπενάκη
Οι δράστες του εγκλήματος κατέφυγαν στην Κρήτη, όπου παρέμειναν ανενόχλητοι έως τις εκλογές του Νοεμβρίου 1922. Επειτα συνελήφθησαν όλοι, εκτός από τους επικεφαλής του αποσπάσματος επιλοχίες Σαρτζέτη και Κίτσο. Το επίσημο κατηγορητήριο της Εισαγγελίας Αθηνών συντάχθηκε τον Ιανουάριο του 1922 και ήταν καταπέλτης για τον Εμμανουήλ Μπενάκη, στον οποίο απέδιδε τη φράση «Εδώ τον πρόεδρόν μας σκοτώνουν και ημείς θα τους φυλάμε;» προς τους «Γυπαραίους», τον υποπρόξενο Β. Αντωνιάδη, ως υποκινητή της δολοφονίας, τους επιλοχίες Σαρτζέτη και Κίτσο, ως επικεφαλής του αποσπάσματος, και άνδρες του Σώματος Γύπαρη. Η δίκη των παραπάνω, πλην του Μπενάκη που ήταν απών και των Σαρτζέτη - Κίτσου, έγινε τον Μάρτιο του 1922. Όλα τα μέλη του αποσπάσματος που συμμετείχαν στη δολοφονία Δραγούμη καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά, ενώ ο Β. Αντωνιάδης σε 20 χρόνια κάθειρξη. Είναι άγνωστο αν εξέτισαν τις ποινές τους ή απελευθερώθηκαν από τους κινηματίες του 1922.
Ο «Χάρτης της Νέας Μεγάλης Ελλάδος»: Με κίτρινο χρώμα τα εδάφη πριν το 1912, με κόκκινο χρώμα οι προσαρτήσεις μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και με πράσινο τα εδάφη μετά τη Συμφωνία των Σεβρών
Καθώς πλέον ήταν βέβαιος ότι ο λαός θα του αναγνώριζε όλα όσα είχε πετύχει μεταξύ 1917-1920, ο Βενιζέλος προκήρυξε εκλογές για τις 25 Οκτωβρίου / 7 Νοεμβρίου του 1920. Με Βασιλικό Διάταγμα της 11ης Σεπτεμβρίου του 1920 διέλυσε τη «Βουλή των Λαζάρων». Οι εκλογές δεν θα διεξάγονταν από υπηρεσιακή κυβέρνηση, αλλά από την υπάρχουσα. Πλέον όμως υπήρχαν στην Ελλάδα δύο αλληλομισούμενοι κόσμοι και οι εκλογές έλαβαν χαρακτήρα εμφύλιας διαμάχης. Όπως είναι γνωστό, ο Βενιζέλος ηττήθηκε, η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις επικράτησε, ο Κωνσταντίνος επανήλθε μετά από δημοψήφισμα στην Ελλάδα και ακολούθησε η Μικρασιατική Καταστροφή, που σήμανε και το τέλος της Μεγάλης Ιδέας, όρο που είχε εμπνευστεί ο Ιωάννης Κωλέττης στα μέσα του 19ου αιώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου