Κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα κατά το 1872 μ.Χ., χτίστηκε στην περιοχή της κοιλάδας του Ιλισού που βρίσκεται πίσω από τον Αρχαιολογικό Χώρο του Ολυμπιείου, εκκλησία αφιερωμένη στην Αγία Φωτεινή. Το γεγονός πως επιλέχθηκε η συγκεκριμένη Αγία δεν είναι καθόλου τυχαίο αφού η εκκλησία χτίστηκε πάνω στα θεμέλια του Ιερού της Εκάτης.
Η Εκάτη, θεά της μαγικής τέχνης στον κάτω κόσμο, ήταν το μοναδικό παιδί των Τιτάνων Πέρση και Αστερίας. Από τους γονείς της κληρονόμησε δυνάμεις πάνω στη γη, τη θάλασσα και τον ουρανό. Βοήθησε τη θεά Δήμητρα στην αναζήτηση της Περσεφόνης και μετά την επανένωσή τους έγινε συνοδός της Περσεφόνης και σύντροφος του Άδη. Στην μυθολογία η Εκάτη εμφανίζεται σαν χθόνια θεότητα. Το ελληνικό όνομά της σχετίζεται με το επίθετο εκατηβόλος που αποδιδόταν στον Απόλλωνα. Υπάρχουν τίτλοι της όπως άγγελος και φωσφόρος.
Οι αρχαιολόγοι στις περιγραφές αναφέρουν ότι η Εκάτη είναι «η μακράν λάμπουσα, η εκ του μακρόθεν στέλλουσα το φως της» .O ναός της Εκάτης είχε ερημωθεί πιθανόν από πυρκαγιά που τον είχε καταστρέψει ολοσχερώς.
Τα θεμέλια του παλαιού ναού έγιναν οι βάσεις για την χριστιανική εκκλησία που κατασκευάστηκε ακριβώς στο ίδιο σημείο. Όπως είχε γράψει και ο αθηναιογράφος Δ. Καμπούρογλου πολλά μάρμαρα από αρχαία ερείπια είχαν χρησιμοποιηθεί για την ανέγερση της εκκλησίας. Δεν είναι όμως μόνο τα υλικά στοιχεία που συνέδεσαν τις δυο θρησκείες. Ήταν κοινή πεποίθηση των πρώτων χριστιανών να εξορκίζουν την παλιά θρησκεία μέσα από χριστιανικούς ναούς.
Την θέση της αρχαίας θεάς Εκάτης, είχε λάβει πλέον η Αγία Φωτεινή. Κατά τους συναξαριστές η Αγία Φωτεινή ήταν η πρώτη γυναίκα που πίστεψε στον Θεό. Για αυτό και της φανερώθηκε καθώς η ίδια ήταν φωτεινό παράδειγμα. Λαμπρή λοιπόν μορφή της Ορθοδοξίας και ως βιος και ως όνομα. Μια αγία γεμάτη φως θέλησε να καλύψει ίσως το σκότος της χθόνιας Εκάτης ή να συνεχίσει να δίνει φως στο ίδιο σημείο;
Επί Όθωνα μια μικρή πέτρινη γέφυρα κατασκευάζεται δίπλα από τον αρχαίο ναό της Εκάτης. Ο Ιλισός τότε ήταν αδιάβατος τους χειμερινούς μήνες. Η γέφυρα βοηθούσε στην επικοινωνία της μικρής πόλης με τα προάστια. Οι επιχωμάτωσες όμως και τα έργα που έγιναν τότε ψήλωσαν το δρόμο προκειμένου να μην έχει πρόβλημα με το νερό αλλά κατέβασαν χαμηλότερα τον αρχαίο ναό της Εκάτης σε σημείο να είναι σχεδόν θαμμένος.
Ο ναός της Αγίας Φωτεινής Ιλισού είναι ρυθμού βασιλικής. Η παλαιά παράδοση του μνημείου μαρτυρείται από το γεγονός ότι η λιθοδομή καλύφτηκε μετά από κάποιο διάστημα με εξωτερικό ασβεστοκονίαμα προκειμένου να συντηρηθεί όπως συνηθίζονταν τότε. Στην Αγία Φωτεινή Ιλισού είχε διατελέσει εφημέριος και ο μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος.
Το 1983 ο ναός αναπαλαιώθηκε εκ βάθρων με δαπάνες του Δήμου Αθηναίων. Το 1985 επισκευάστηκε η δίρριχτη ξύλινη στέγη ενώ συνεργείο του Υπουργείου Πολιτισμού συντήρησε και στερέωσε τις παλαιές τοιχογραφίες που χρονολογούνταν από τον 18ο αιώνα. Οι εργασίες αγιογράφησης ολοκληρώθηκαν το 1992. Μετά από μια πετυχημένη συνεργασία των υπηρεσιών του Δήμου και της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας έγιναν το 1986 παρεμβάσεις στο εξωτερικό του ναού που τον ανέδειξαν χωρίς να χάσει η γύρω περιοχή το χρώμα της.
Η Αγία Φωτεινή του Ιλισσού γιορτάζει κάθε 26η Φεβρουαρίου αλλά και την Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Η Αγία συνεχίζει να ευλογεί ακόμα και σήμερα τις πηγές που τρέχουν δίπλα της. Έτσι κάθε Θεοφάνεια ανώτατες αρχές της πόλης και κλήρος με κέντρο την Αγία Φωτεινή δίπλα στα νερά της Καλλιρόης, αγιάζουν τα νερά της πόλης στο γειτονικό Κολυμβητήριο.
Βίος Αγίας Φωτεινής Ιλισσού
Η Αγία Φωτεινή έζησε και μαρτύρησε την εποχή του Νέρωνα που ήταν από τους άσπονδους εχθρούς του χριστιανισμού. Ήταν η Σαμαρείτισσα που όταν έγινε χριστιανή και βαπτίστηκε, ονομάστηκε Φωτεινή. Έγινε δηλαδή από σκοτεινή που ήταν, φωτεινή. Ήταν μια γυναίκα αμαρτωλή, που όμως είχε τη μεγάλη χαρά και την τιμή, να συνομιλήσει με τον Κύριο μας « στο φρέαρ του Ιακώβ».
Η Σαμαρείτισσα πίστεψε στο Χριστό και βαπτίστηκε αργότερα την ημέρα της Πεντηκοστής από τους Αποστόλους και ονομάστηκε Φωτεινή. Μαζί της δε βαπτίστηκαν και οι δύο γιοί της καθώς και οι πέντε αδελφές της, που την συνόδευσαν και κήρυξε το λόγο του Χριστού στη Συρία, στη Φοινίκη, στην Παλαιστίνη, στην Αίγυπτο και τελικά έφθασε στη Ρώμη.
Κατά την εποχή εκείνην βασίλευε στη Ρώμη ο ασεβέστατος και σκληρότατος βασιλεύς ο Νέρων (54 – 68) μ. Χ. Ο Νέρων σαν ειδωλολάτρης δεν μπορούσε να βλέπει και να ακούει να πληθαίνουν οι Χριστιανοί και κήρυξε μεγάλο διωγμό εναντίον τους. Ο μεγαλύτερος γιός της Αγίας, ονόματι Βίκτωρ, ανήλθε στα αξιώματα και έγινε μέχρι και στρατηλάτης με την διαταγή από το Νέρωνα να εξοντώσει τους χριστιανούς. Ο ίδιος όμως κατήχησε, βάπτισε και έσωσε πολλούς χριστιανούς. Οργισμένος ο Νέρων διέταξε να μεταφερθούν στη Ρώμη όλα τα μέλη της οικογένειας, μαζί και η Αγία η οποία τότε κύρηττε στην Καρθαγένη της Β.Αφρικής. Στη Ρώμη η Αγία άρχισε να κηρύττει με θάρρος τον Χριστό, όταν δε παρουσιάστηκε στο Νέρωνα του ανήγγειλε το σκοπό της να διδάξει και σε αυτόν την πίστη στον Ιησού Χριστό.
Ο Νέρων αμετανόητος και απηνής διώκτης της νέας θρησκείας υποβάλλει την Αγία και τους ακόλουθους της σε μια σειρά από εξοντωτικά βασανιστήρια. Αρχικά διέταξε να κοπούν τα χέρια τους. Παρευθύς οι υπηρέτες πήραν την Αγία Φωτεινή, έβαλαν τα χέρια της επάνω στο αμόνι και άρχισαν να τα κτυπούν με τις μαχαίρες χωρίς να παθαίνουν τίποτε. Αντίθετα εκείνοι, πού κτυπούσαν παρέλυσαν και έπεσαν κάτω σαν νεκροί. Η Αγία Φωτεινή όμως έμεινε αβλαβής και ευχαριστούσε τον Θεό λέγουσα: «Κύριος, ἐμοί βοηθός καί οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει με ἄνθρωπος». Έπειτα ο Νέρων προσπάθησε να κάμψει την Αγία αλλιώς, γεμίζοντάς την χρυσάφι και προσφέροντάς της αυτοκρατορικές τιμές. Η Αγία όχι μόνο δεν υπέκυψε αλλά φώτισε και την ίδια τη θυγατέρα του Νέρωνα, τη Δομνίνα, η οποία βαπτίστηκε χριστιανή.
Ο Νέρων, όταν έμαθε αυτά, λυπήθηκε πολύ. Αναστέναξε από τα βάθη της καρδιάς του, οργίστηκε εναντίον των Αγίων, και διέταξε να ανάψουν ένα μεγάλο καμίνι και να το καίνε αδιάκοπα επί επτά ημέρες και κατόπιν να βάλουν μέσα σ’ αυτό την Αγία Φωτεινή και όλη τη συνοδεία τους άνδρες και γυναίκες και να τούς αφήσουν εκεί μέσα επί τρεις ημέρες.
Όλα αυτά έγιναν και αφού πέρασαν οι τρεις ημέρες, νομίζοντας ο τύραννος, ότι κατακάηκαν από τη φωτιά, πρόσταξε να ανοίξουν το καμίνι και εάν εύρουν εκεί μέσα τα οστά των Μαρτύρων να τα ρίξουν στο ποτάμι, τον Τίβερη.
Πράγματι οι στρατιώτες άνοιξαν το καμίνι.
Μα, αντί να εύρουν οστά, βρήκαν όλους τους Αγίους σώους και αβλαβείς, να δοξάζουν και να ευλογούν τον Θεό.
Τούτο το εξαίσιο θαύμα, όταν το είδαν οι στρατιώτες, έμειναν εκστατικοί. Τέτοια θαύματα έβλεπαν οι ειδωλολάτρες και άφηναν την πίστη τους και πίστευαν στο Χριστό. Απελπισμένος άρχισε να μετέρχεται κάθε μέσο εναντίον των Μαρτύρων και της Αγίας. Διέταξε έναν μάγο να παράξει ισχυρότατο δηλητήριο, αλλά μόλις η Αγία το ήπιε και παρέμεινε αβλαβής ακόμη και ο ίδιος ο μάγος έγινε χριστιανός. Έπειτα ο Νέρων διέταξε να χύσουν καυτό μολύβι στο στόμα της Αγίας και των Μαρτύρων οι οποίοι το υπέμειναν και αυτό με ύμνους στον Χριστό. Αλύγιστος ο Νέρων τους ρίχνει στην φυλακή αφού πρώτα τους τυφλώνει. Από τη φυλακή αναδύεται ευωδία και φώς.
Ο θεόργιστος Νέρων πρόσταξε να μείνουν οι Άγιοι στη φυλακή τρία χρόνια, για να ταλαιπωρηθούν και να κακοπαθήσουν εκεί μέσα κάθε είδους κακοπάθεια, ούτως ώστε να πεθάνουν με θάνατον φρικτό. Μετά τους τρεις χρόνους έστειλε ο Νέρων να πάρουν ένα στρατιώτη, πού τον είχε κλείσει στην ίδια φυλακή, για να τον βγάλουν από εκεί και να τον ελευθερώσουν.
Όταν όμως πήγαν οι απεσταλμένοι στη φυλακή γι αυτόν τον σκοπό, είδαν τους Μάρτυρες ότι ήσαν όλοι υγιείς και το ανέφεραν στον βασιλέα Του είπαν ότι οι Γαλιλαίοι, πού τυφλώθηκαν είναι όλοι υγιείς, βλέπουν, η δε φυλακή είναι γεμάτη από φως και ευωδία. Έγινε οίκος Άγιος, στον οποίον δοξολογείται ο Θεός των Χριστιανών.
Συντρέχουν εκεί πλήθη ανθρώπων συνεχώς, οι οποίοι πιστεύουν στον Θεό και βαπτίζονται από αυτούς.
Ο τύραννος έγινε έξω φρενών από το θυμό του και πρόσταξε να σταυρώσουν τους Αγίους με το κεφάλι κάτω και να ξύνουν τις σάρκες τους επί τρεις ημέρες έως ότου διαλυθούν. Αφού έκαμαν τούτο οι θηριώδεις και απάνθρωποι υπηρέτες του, τους άφησαν κρεμασμένους άλλες τέσσερις μέρες αφού άφησαν φύλακες για να τους φυλάγουν.
Κατόπιν επήγαν να δουν, αν ζουν αφού πέρασαν αυτές οι μέρες. Μα καθώς τους είδαν κρεμασμένους, αμέσως τυφλώθηκαν. Τότε Άγγελος Κυρίου, αφού κατέβηκε από τον ουρανό, έλυσε τους Αγίους και αφού τους ασπάστηκε τους γιάτρεψε από όλες τις πληγές τους.
Η Αγία Φωτεινή σπλαχνίστηκε τους υπηρέτες πού τυφλώθηκαν και έκαμε προσευχή στον Θεό γι αυτούς και αμέσως ήρθε το φως στα μάτια τους. Οι υπηρέτες αμέσως πίστεψαν και βαπτίστηκαν.
Όταν ο τύραννος το έμαθε, πρόσταξε να γδάρουν το σώμα της Αγίας Φωτεινής. Κατά το διάστημα πού γινόταν το μαρτύριο, η Αγία έψαλλε το:
«Κύριε, ἐδοκίμασας μέ καί ἔγνως μέ» (Ψαλ. ρλη΄ 1).
Αφού τελείωσαν το φρικτό έργο τους, την Μεγαλομάρτυρα του Θεού την έριξαν σε ένα ξεροπήγαδο, το δε δέρμα της το πέταξαν στο ποτάμι.
Και αντί να την λυπηθεί ο άσπλαχνος ύστερα από αυτό το Μαρτύριο, βρήκε ο παγκάκιστος άλλη πανώδυνη και ολέθρια τιμωρία. Πρόσταξε δηλαδή και έκλιναν με βία, δύο κορυφές δένδρων μέσα στον κήπο του, έδεσαν τα πόδια της Αγίας στις δύο κορυφές και τις άφησαν συγχρόνως. Έτσι διαμοιράστηκε το σώμα της Αγίας Φωτίδος σε δύο και με αυτόν τον τρόπον παρέδωσε την ψυχή της στον Κύριο.
Τέλος ο Νέρων πρόσταξε και αποκεφάλισαν και τους άλλους Μάρτυρες με ξίφος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου